- Artikel-Nr.: 146
Αχ! Ο Έρωτας... Αυτός ο Έρωτας!
Άλλοτε σε πάει στα ουράνια και άλλοτε σε ρίχνει στα τάρταρα...
Μέχρι που θα μπορούσε κάποιος να φτάσει αλήθεια για τον... έρωτα;
Πόσο χαμηλά θα μπορούσε να πέσει… να συρθεί, να εξαπατήσει και να εξαπατηθεί να βασανίσει και να βασανιστεί; Θα μπορούσε να κάνει και φόνο ακόμα; Όλα στο βωμό του έρωτα...
Απρίλιος του 2006... Η μικρή τοπική κοινωνία της Ρόδου κλυδωνίζεται από τα συγκλονιστικά νέα που κάνουν τον γύρο του νησιού.
Μία ανθρωποκτονία... μία συγκάλυψη ενός στυγερού εγκλήματος και... η παραπληροφόρηση των αρχών θα οδηγήσει σε λάθος δρόμους και λάθος συμπεράσματα...
Ή μήπως δεν ήταν λάθος;
Είχε και εκείνος το δικό του μερίδιο ευθυνών... Ο Αντρέας μπλεγμένος στα δίχτυα του έρωτα της Αθηνάς μετρούσε τις πληγές του και μετάνιωνε για ότι είχε κάνει υπό την επήρεια αυτού του... έρωτα. Ένας έρωτας τόσο παράφορος που τον τύφλωσε... τον μούδιασε... Έχασε τον εαυτό του... το μυαλό του... την αθωότητά του... Όχι, δεν έψαχνε να βρει ελαφρυντικά που θα τον έκαναν να νιώσει καλά για τις πράξεις του. Ότι και να έλεγε, όποια δικαιολογία και να έδινε στον εαυτό του η αλήθεια ήταν πως δεν είχε κανένα ελαφρυντικό.
Ο αστυνόμος Σέρας με τη βοήθεια της ψυχολόγου Ειρήνης Κωνσταντινίδη θα προσπαθήσει να ανακαλύψει την αλήθεια για το πρωτοφανές έγκλημα... να τον πείσει να βοηθήσει τον εαυτό του για να σωθεί... Να μη χαραμίσει τη ζωή του για ένα πάθος...
Δεν τον ένοιαζε να σωθεί... μόνο εκείνη είχε σημασία... μόνο η Αθηνά του!
Αύγουστος 2027... Ντυμένη στα μαύρα με ένα φόρεμα που ανέμιζε στο γλυκό, ανάλαφρο αεράκι που φυσούσε, η Αθηνά περίμενε υπομονετικά. Δεν ήταν δυνατόν! Έκλεισε τα μάτια του με μια γρήγορη κίνηση και τα ξανάνοιξε. Όχι! Δεν έκανε λάθος. Στεκόταν απέναντι του σε απόσταση αναπνοής. Θα την αναγνώριζε παντού όσα χρόνια και αν περνούσαν. Τα μάτια της καρδιάς δεν ξεχνάνε ποτέ. Δεν έκανε καμία κίνηση να τον πλησιάσει. Τον κοιτούσε μόνο από μακριά περιμένοντας τη δική του κίνηση και αντίδραση. Το στομάχι του δέθηκε κόμπος, όπως τότε... όταν την κοίταζε. Ακόμα και μετά από όλα όσα είχαν γίνει! Στην σκέψη που πέρασε από το μυαλό του έβαλε ένα μεγάλο ΣΤΟΠ! Τι ζητούσε εκεί; Συχώρεση; Τόσα χρόνια κενά, χαμένα... χωρίς να δώσει κανένα σημείο ζωής και τώρα στεκόταν μπροστά του, εκεί απέναντί του και τον περίμενε. Τι περίμενε από εκείνον; Να τα σβήσει όλα; Να μη θυμάται; Να ξεχάσει τις πράξεις τους που τον στοίχειωναν ακόμα και μετά από είκοσι χρόνια τα βράδια;